Κειμήλια - Μετόχια

Χειρόγραφα

Ἡ Διαθήκη τῶν Κτιτόρων

Ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ αἰώνα ἄρχισαν νὰ μελετῶνται τὰ χειρόγραφα τῆς ἱερᾶς μονῆς, ἀρχικὰ ἀπὸ τὸν καθηγητὴ Ἰωάννη Βογιατζίδη, ποὺ ὑπηρετοῦσε ὡς σχολάρχης στὴν πόλη τῆς Καλαμπάκας, καὶ ἀργότερα ἀπὸ τὸν ἔφορο Μεσαιωνικῶν Μνημείων Ἀδαμάντιο Ἀδαμαντίου. Πιὸ συστηματικὰ καὶ ἐπισταμένα ὅμως μελετήθηκαν καὶ καταγράφηκαν ἀπὸ τὸν βυζαντινολόγο Νίκο Βέη (1883-1958), ποὺ πρωτανέβηκε στὴ μονὴ Ρουσάνου στὶς 4 Ὀκτωβρίου τοῦ 1908. Μὲ τὴ βοήθεια τοῦ μοναχοῦ τῆς μονῆς Χρύσανθου Ἀθανασίου ἀρχικὰ καὶ τοῦ ἁγιοτριαδίτη μοναχοῦ Ἀγαθάγγελου Πετρόπουλου ἀπὸ τὸν Δεκέμβριο τοῦ 1909, ὁ Βέης κατέγραψε πενήντα δύο ρουσανίτικα χειρόγραφα. Ἐπειδὴ ὅμως τὸ μοναστήρι ἦταν ἡμιερειπωμένο καὶ ἐγκαταλελειμμένο, ἄφησε σ’ αὐτὸ γιὰ τὶς λειτουργικὲς ἀνάγκες ὀκτὼ καὶ μετέφερε σαράντα τέσσερα, γιὰ ἀσφάλεια, στὴ γειτονικὴ μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος, τὰ ὁποῖα ἀργότερα κατέληξαν στὸ μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Στεφάνου.

Στὴ διάρκεια τῆς Κατοχῆς (1941-1944) ὁ εὐλαβὴς Καλαμπακιώτης ἱερέας Χρῆστος Μπέντας (1883-1979), ὡς Γραμματέας τῶν μονῶν τῆς Μητροπόλεως Τρίκκης καὶ Σταγῶν, συνέβαλε οὐσιαστικὰ στὴ διάσωση καὶ διαφύλαξη τῶν χειρογράφων τῶν μετεωρικῶν μοναστηριῶν, κρύβοντάς τα σὲ κρύπτες ἢ μεταφέροντάς τα σὲ ἀσφαλῆ μέρη.

Ἀπὸ τὸ 1985 τὴ συστηματικὴ μελέτη καὶ καταγραφὴ τῶν ρουσανίτικων χειρογράφων ἀνέλαβε ὁ καθηγητὴς τοῦ Ἰονίου Πανεπιστημίου καὶ Διευθυντὴς τοῦ Κέντρου Ἐρεύνης τοῦ Μεσαιωνικοῦ καὶ Νέου Ἑλληνισμοῦ τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν Δημήτριος Σοφιανός. Τὸν Δεκέμβριο τοῦ 2007 ὁλοκλήρωσε τὴν ἐργασία του γιὰ χωριστὴ ἔκδοση τῶν χειρογράφων αὐτῶν, ἡ ὁποία κυκλοφόρησε σὲ τόμο στὰ 2009, ἕναν χρόνο μετὰ τὸν θάνατό του.

Στὶς 20 Μαρτίου 2009, ἑκατὸ χρόνια μετὰ τὴν πρώτη καταγραφὴ τοῦ Βέη, οἱ σαράντα χειρόγραφοι ρουσανίτικοι κώδικες παρεδόθησαν ἀπὸ τὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Στεφάνου στὴ μονὴ Ρουσάνου, ὅπου μέχρι σήμερα φυλάσσονται καὶ πρόκειται νὰ ἐκτεθοῦν σὲ εἰδικὸ πρὸς τοῦτο χῶρο.

Τον Νοέμβριο του 2018 σε άρθρο του φιλολόγου Σπυρίδωνος Βλιώρα έγινε γνωστή για πρώτη φορά στην Ελλάδα η ύπαρξη κι ενός ακόμη άγνωστου χειρογράφου, του αρχαιότερου χειρογράφου της μονής: ενός περγαμηνού κώδικος του 11ου αιώνα, της συλλογής χειρογράφων Burdett-Coutts, που σήμερα βρίσκεται στην Βρετανική Βιβλιοθήκη (British Library) και περιλαμβάνει δύο έργα: α)την Λαυσαϊκὴ Ἱστορία του Παλλαδίου Ἑλενοπόλεως και β)την Φιλόθεον Ἱστορίαν του Θεοδώρητου Κύρρου.

Τον Φεβρουάριο του 2019 η Δημοτική Βιβλιοθήκη Καλαμπάκας σε συνεργασία με το Ιστορικό και Παλαιογραφικό Αρχείο του Μορφωτικού Ιδρύματος της Εθνικής Τραπέζης ανέλαβε το έργο «Ψηφιοποίηση, Διαχείριση και Καταλογογράφηση της συλλογής χειρογράφων της Ιεράς Μονής Ρουσάνου». Όλοι οι χειρόγραφοι κώδικες της Ιεράς Μονής φωτογραφήθηκαν, ψηφιοποιήθηκαν και εντάχθηκαν σε βάση δεδομένων της Βιβλιοθήκης Καλαμπάκας, προκειμένου να είναι διαθέσιμοι στους ερευνητές αλλά και στον καθένα ενδιαφερόμενο.

Ὅπως εἶναι ἀναμενόμενο γιὰ μοναστηριακὴ βιβλιοθήκη, οἱ περισσότεροι κώδικες, ποὺ ἔχουν γραφεῖ ἀπὸ τὸν 13ο ὡς τὸν 19ο αἰώνα, εἶναι ἐκκλησιαστικοῦ περιεχομένου. Πρόκειται κυρίως γιὰ Λειτουργικὰ Βιβλία, Μηναῖα, Παρακλητικές, Συναξαριστές, Λόγους Ἐκκλησιαστικῶν Πατέρων, Δογματικὰ κ.ἄ.

Ἀξίζει νὰ ἀναφερθοῦμε ἰδιαίτερα στὸν πρῶτο, τὸν τρίτο καὶ τὸν δέκατο ἕκτο κώδικα τῆς καταγραφῆς Σοφιανοῦ, ποὺ χρονολογοῦνται στὸν 13ο αἰώνα. Μάλιστα στὸν τρίτο, τοῦ ἔτους 1285, ἔχουμε -ἴσως- αὐτόγραφο σημείωμα τοῦ κτίτορα Μαξίμου καθὼς καὶ ἐνθύμηση γιὰ τὴν κοίμηση δύο ἄλλων ἡγουμένων τῆς μονῆς, τοῦ Νεοφύτου καὶ τοῦ Εὐθυμίου.

Κατὰ τὸν 16ο αἰώνα λειτουργοῦσε στὴ μονὴ βιβλιογραφικὸ ἐργαστήριο, ὄχι βέβαια ὀργανωμένο καὶ συστηματικό, ὅπως στὴ μονὴ τῆς Ὑψηλοτέρας ἢ στὴ μονὴ Βαρλαάμ. Ὑπῆρχαν στὸ μοναστήρι τοῦ Ρουσάνου ἁπλοὶ γραφεῖς, ἀντιγραφεῖς κωδίκων καὶ καλλιγράφοι, ἐξυπηρετώντας τὶς ἀνάγκες τοῦ κοινοβίου.

Στὶς μέρες μας, ἡ ἱερὰ μονὴ προγραμματίζει νὰ στείλει αἴτηση πρὸς τὴν Ἐθνικὴ Βιβλιοθήκη τῆς Ἑλλάδος γιὰ τὸν ἐπαναπατρισμὸ τριῶν ρουσανίτικων χειρογράφων, μὲ σημαντικότερο τὴ Διαθήκη τῶν Κτιτόρων, ὁσίων Ἰωάσαφ καὶ Μαξίμου, τοῦ ἰδρυτικοῦ ἐγγράφου τῆς ἱερᾶς μονῆς (εἰλητὸ μὲ ἀριθμὸ 1465), ποὺ τὸ 1882 μαζὶ μὲ ἄλλα μετεωρίτικα χειρόγραφα ἀφαιρέθηκαν ἀπὸ τὰ μοναστήρια τῶν Μετεώρων καὶ μεταφέρθηκαν κατʼ ἐντολὴ τῆς τότε κυβέρνησης στὴν Ἀθήνα.

Ἅγια λείψανα καὶ λειψανοθῆκες

Ἅγια λείψανα καὶ λειψανοθῆκες

Στὴν ἱερὰ μονὴ Ρουσάνου, ὅπως καὶ στὶς περισσότερες ὀρθόδοξες μονές, φυλάσσονται ἀπὸ παλαιὰ πολλὰ λείψανα Ἁγίων μέσα σὲ ἀργυρὲς ἢ ἐπάργυρες λειψανοθῆκες.

Στὶς ἀρχὲς τοῦ 1745 ὁ Οὐκρανὸς μοναχὸς καὶ περιηγητὴς Βασίλειος Γρηγόροβιτς Μπάρσκι (Василий Григорович Барский) προσκύνησε τὰ ἅγια λείψανα ποὺ βρῆκε νὰ φυλάσσονται στὸ μοναστήρι, ὅπως τὴν κάρα τῆς ἁγίας μεγαλομάρτυρος Βαρβάρας καὶ ἱερὰ λείψανα ἄλλων ἁγίων. Κατὰ τὴν περίοδο τῆς Κατοχῆς (1941-1944) πολλὰ κειμήλια τῆς μονῆς Ἁγίας Τριάδος , στὴν ὁποία ἀπὸ τὸ 1909 εἶχαν μεταφερθεῖ καὶ ρουσανίτικα κειμήλια γιὰ φύλαξη, κλάπηκαν ἢ χάθηκαν.

Ἡ λειψανοθήκη μὲ τὴν κάρα τῆς ἁγίας Βαρβάρας κατέληξε στὸν μητροπολιτικὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Ἐπισκέψεως Τρικάλων, ὅπου βρίσκεται μέχρι σήμερα καὶ ἐκτίθεται πρὸς προσκύνηση στὶς 4 Δεκεμβρίου, ἑόρτια ἡμέρα τῆς Ἁγίας. Περιμετρικὰ τῆς ἀσημένιας λειψανοθήκης ὑπάρχει ἡ ἐπιγραφή: «Ἡ τιμία καὶ ἁγία κάρα τῆς ἁγίας μάρτυρος Βαρβάρας· καὶ εἶναι κτῆμα καὶ θησαυρὸς τοῦ Ρουσάνου. Μοναστήρι Μετεώρων».

Σήμερα στὴ μονὴ φυλάσσεται μία ἀργυρὴ λειψανοθήκη μὲ τεμάχια λειψάνων τῆς μεγαλομάρτυρος Βαρβάρας καὶ τῶν ἁγίων Παντελεήμονος, Προκοπίου καὶ Μοδέστου καθὼς καὶ ἄλλα λείψανα ἁγίων σὲ ἐπάργυρες ἢ ξύλινες λειψανοθῆκες.

Μετόχια

Ὅπως ὅλες οἱ μετεωρίτικες καὶ ἄλλες μονές, καὶ ἡ μονὴ τοῦ Ρουσάνου εἶχε στὴν κατοχή της διάφορα μετόχια. Μετόχι εἶναι ναός, οἴκημα, κτῆμα ἢ ἄλλο περιουσιακὸ στοιχεῖο ποὺ ἀνήκει σὲ μοναστήρι καὶ βρίσκεται ἔξω ἀπὸ τὴν κυρίως περιοχή του.

μετόχι στὴν Κόπερνα

Τὸ παλαιότερο μετόχι ποὺ κατέχει ἡ μονὴ βρίσκεται στὴν Κόπερνα, τὸ σημερινὸ χωριὸ Αὔρα Καλαμπάκας, τὸ ὁποῖο στὰ 1574 οἱ μοναχοὶ τοῦ Ρουσάνου ἀγόρασαν ἀπὸ τοὺς Τούρκους, ἐνῶ πρὶν ἀνῆκε στὸ μετεωρίτικο μοναστήρι τοῦ Παντοκράτορος. Δύο χρόνια ἀργότερα, τὸν Ἰανουάριο τοῦ 1576, ὁ οἰκουμενικὸς πατριάρχης Ἱερεμίας Βʹ μὲ σιγίλλιό του ἐπικύρωσε τὴν ἀγορὰ καὶ κατοχή, ἀπὸ τὴν ἀκμάζουσα τότε καὶ οἰκονομικὰ εὔρωστη μονὴ Ρουσάνου, τοῦ μετοχίου στὴν Αὔρα. Τὸ σιγίλλιο αὐτό, ποὺ σώζεται στὸ πρωτότυπό του, βρίσκεται σήμερα στὴν Ἐθνικὴ Βιβλιοθήκη Ἑλλάδος.

Στὶς 22 Δεκεμβρίου τοῦ 1994 ὁ μακαριστὸς μητροπολίτης Σταγῶν καὶ Μετεώρων Σεραφεὶμ μὲ σχετικὸ ἔγγραφο (822.12.1994) ἀπέδωσε στὴ μονὴ Ρουσάνου τὴν κυριότητα δύο παλαιῶν μετεωρίτικων μονυδρίων καὶ τῆς ἀνέθεσε τὴν προσπάθεια συντήρησης, ἀναστήλωσης καὶ ἀνάδειξής τους: τῆς Μονῆς τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Ἁγιᾶς καθὼς καὶ τοῦ ἀσκητηρίου μὲ τὴν ἐπωνυμία Φυλακὲς τῶν Μοναχῶν (Παναγία τῶν Φυλακῶν) ἢ Ὀγλᾶς.

Μετόχια τῆς μονῆς Ρουσάνου θεωροῦνταν καὶ τὰ γειτονικὰ πρὸς αὐτὴν -κατεστραμμένα στὶς μέρες μας- μετεωρίτικα μονύδρια τῶν Ταξιαρχῶν καὶ τοῦ Καλλιστράτου, ὅπως ἀναφέρεται σὲ σιγίλλιο τοῦ οἰκουμενικοῦ πατριάρχη Τιμοθέου Βʹ τὸ 1614.

Τὸ 1996 ἡ γυναικεία ἀδελφότητα τῆς μονῆς ἀπέκτησε, μὲ τὴν προτροπὴ καὶ στήριξη τοῦ μακαριστοῦ μητροπολίτη Σταγῶν καὶ Μετεώρων Σεραφεὶμ, προσφορὰ τῆς ρουσανίτισσας μοναχῆς Βερονίκης καθὼς καὶ συνδρομὴ τῆς εὐλαβοῦς δωρητρίας Σοφίας Πρίφτη ἕνα μετόχι στὴ Θεοπέτρα, ὅπου οἱ μοναχὲς ἀσχολοῦνται μὲ κηπευτικὲς καὶ δενδροκομικὲς ἐργασίες, παράγοντας τὰ ἀναγκαῖα γιὰ τὴ συντήρηση τῆς ἀδελφότητας. Ἀπὸ τὸ 2005 δημιούργησαν στὸ χῶρο αὐτὸ καὶ ἕνα κηροπλαστεῖο, ὅπου παρασκευάζουν τὸ ἀπαραίτητο κερὶ γιὰ τὶς ἀνάγκες τῆς μονῆς, καθὼς καὶ ἐργαστήριο παρασκευῆς θυμιάματος. Τὸ 2016 ἔκτισαν στὴν ἴδια ἔκταση καὶ ἕνα μικρὸ παρεκκλήσι πρὸς τιμὴν τοῦ ἁγίου Τρύφωνος, θαυματουργοῦ προστάτη τῶν γεωργῶν καὶ τῶν ἀμπελουργῶν.

© Ἱερὰ Μονὴ Ῥουσάνου - Ἁγίας Βαρβάρας